ἀνάγωσιν

ἀνάγωσιν
ἀνάγω
lead up
pres subj act 3rd pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • προσεισπράσσω — Α εισπράττω επί πλέον (α. «ἄλλα πάλιν δέκα προσεισπρᾱξαι τὸν Ἀλκιβιάδην [τάλαντα]», Πλούτ. β. «ἐὰν δέ τινες ἀνάγωσιν, τοῡ τε ἐλαίου στερέσθωσαν και προσεισπρασσέσθωσαν τοῡ μετρητοῡ δραχμάς ρ», Θεμίστ.) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”